Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017





          ΙΔΙΟΣ Ο ΠΟΡΦΥΡΑΣ



Βρίσκω τον ποιητή
το δικό του πόρφυρα που λάμπει.

Βρίσκω τον ποιητή
τους κόρφους που άρδεψαν
απ’ τη θεία δικιά του γαλήνη.

Είναι μόνος με της θάλασσας το γέλιο.

Βρίσκω τον ποιητή
το συλλογισμό των ψυχών
την αμέτρητη αθάνατη γραμμή
που οι πηγές δε έχουν μνήμη.

Βρίσκω τον ποιητή
τον πόρφυρα και τη φλόγα
των ματιών το βάλσαμο
που έρχεται από βαθειά
σα δώρο στο δάκρυ.

Με καθε συλλογισμό 
με το άνοιγμα 
με την προσδοκία
για το συμπαντικό 
συνολικό αρμολόγημα

Βρίσκω τον ποιητή
με ζωή και με θάνατο.


Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017





                  ΧΩΡΙΣ ΑΡΜΟΥΣ






Ομηρία στην αγάπη ηδονή φαντάζεις
με τον καιρό καταμερίζονται γινάτια
κι οι φωτιές αυτές αχόρταγα εξυμνούν

στη φλύαρη αρχή την τύψη τη μεγάλη




   ΕΦ’ ΟΡΟΥ ΗΔΟΝΗΣ




Πανδαισία του δαμασμού
όπως οι δαίμονες μίλησαν
οι θυμοί που αγάπησαν
και των αγώνων το μέλημα
που κρύβεις άγνωστο φως
από ηδονές
από σπαραγμούς
όπως ξέρεις
ν’ ανασταίνεσαι η λαχτάρα.





  ΚΑΤΑΝΕΥΣΗ




Στάζεις υπεροχή
λαμπρότητα πρώτη
Στάζεις πνοή
λέξη που μοιάζεις
Στάζεις βελούδο
πένθιμη βροχή
που είμαι εδώ
που είμαι εγώ
Στιγμή στωική








ΣΤΑΔΙΟ ΜΝΗΜΗΣ



Στάδιο βράζεις
χρυσό θυσιάζεις
βεγγαλικό το τέλος.

Στάδιο μνήμης
σαράκι ύπουλο
απ’ την ιδέα
στον ηδονισμό
στην παγωμένη έρημο.

Ειρωνεία απ’ τα πέπλα
για του έρωτες βασιλέων.

Στάδιο μνήμης
απ’ τα σχίσματα
όλοι οι ερεθισμοί
όλες οι στάχτες.

Στάδιο μνήμης
ίσκιοι ερπετών
βρισιές μητροκτόνων.

Στάδιο μνήμης
κι η απληστία
σκλάβα στα κάτεργα
που δε σβήνεις φωτιά.







                              Ο  ΚΑΙΡΟΣ  ΑΓΑΠΑΕΙ  ΤΟ  ΜΥΡΟ



Ο  καιρός  αγαπάει  το  μύρο  με  την  ευχή  και  τη  διάρκεια  μέσα  στο  κέντρο  του  νου  μέσα  στο  μέτρημα  τ’  ουρανού.
Αυτός  που  δε  φεύγει  παράδοξα  μιλάει  φωτίζεται  και  πάντα  οδηγεί  σε  μια  άλλη αιωνιότητα.
Σε  μια  άλλη  αθωότητα   πέφτει  ο  συρμός  της  ανάγκης,  της  πίστης,  για  το  πιο  δραστικό  χάδι.

Ο  καιρός  που  αγαπάει  και  το  μύρο  που  ξέρει  μαζί  του  να  δυσπιστεί.
Ξέρει  στην  ομορφιά,  στην  ξενάγηση  των  παλαιότερων  και  στη  μορφή 
με  τη  μοίρα  που  υψώνεται  η  κάθε  γυναίκα
Η  ψυχή  του  πόνου   αυτή  που  μιλάει  βγάζει  τ’ αγκάθια της  βγάζει  τα είδωλα  του πόθου  και  του  αγνού  σκοπού.


Ο  καιρός  που  πενθεί  ο  καιρός  με  την  αέναη  Λαμπρή.

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017







   ΕΥΝΟΙΑ






Τόπο κοινό
κρύβω το φόβο
που εννοώ.





















               





ΣΥΜΜΕΤΡΙΑ






Οι ιδέες
ιερά σινδόνη
πονούν τη χαρακιά





       ΣΟΥΡΣΙΜΟ





Με το άγγιγμα σπόρος.
Κλειδούχος ανοίγω
κι όλος γδέρνομαι.























                   





      ΑΛΓΟΣ




Πώς ταιριάζουν;
Φως η μοίρα
φως η πατρίδα.
























              









                                                           ΓΡΑΦΗ ΑΝΑΒΕΙΣ ΦΩΤΙΑ





Ουρανέ πώς μιλάς;
Όνειρο αγιάτρευτο
του κολασμού η ελπίδα.


















                    




               
              ΡΩΓΜΕΣ ΚΑΙ ΠΑΘΗ




Απ’ την ιστορία μας πρόστυχο μπάλωμα
η λαγνεία αυτή ακόμα μας τυφλώνεις
τόσα αφόρητα τρέμουν τη μετριότητα
λάμψεις της πληγής τα μεγάλα αστέρια.

Απ’ την ιστορία μας πρόστυχο ανάθεμα
και με πόσα κλειδιά ανοίγουν οι πόνοι
άγουρα χρόνια κοσκινίζουν την άμμο
οι πύλες υποχωρούν και μας αφήνουν.

Θάνατος και ζωή παλεύουν με χρώματα
μουσκεύονται αυτά που νιώθουν φρίκη
τα πέρατα που τόσο πολύ μας κολάζουν
οι φροντίδες στην πληγή όλες φαίνονται.













                                       

























 ΑΥΡΑ ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ





Έχεις ορίζοντα
ξέρεις και διαβάζεις
ανασταίνεσαι λαχτάρα.























                    




















                    

















                                                        ΧΑΡΙΖΟΥΝ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ




Δε φωνασκούν
αδέλφια σύμπαντα
αρμονικά δεμένα





 ΤΡΕΧΕΙΣ ΑΛΗΘΕΙΑ






Δίνεις άγιο φως
σκυτάλη του σταυρού.
Τη βεβαιότητα.

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2017




                                                             ΧΩΡΙΣ ΦΥΛΛΟ ΣΥΚΗΣ




Χρυσή ψηφίδα 
ο τόπος κρατάς
κι εγώ ζητώ
ισχύ απ’ τη συγνώμη

Εγώ και το ρίγος
μέσα στο θέρισμα.

Θαύμα ικανών
κόκκινο της δίνης
θέλγητρο μνήμης
κίνηση λέξης
δέσιμο αίματος

Είμ’ εγώ που ζητώ.







       ΛΕΞΗ ΛΕΞΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΠΟΥΜΠΟΥΚΙ





Πώς μπορώ εγώ ή εσύ αλήθεια και ηδονή
πώς μπορώ να περνώ την τελειότητα, την αιωνιότητα
Πώς μπορώ να ζω και ν’ αφουγκράζομαι
τους νόστους που μ’ αφήνουν,
με τις μεγάλες εξαρτήσεις και είναι αμείλικτοι

Πώς μπορώ και πρέπει με βλέμμα που ακτινοβολεί
πώς μπορώ να έρχομαι σα νέος σπόρος
σε τόσες ημέρες θεών που είναι κοντά
που είναι οι ντροπές
που είναι οι μοναδικότητες
είναι τα βρέφη της καρδιάς
είναι τα βρέφη της καταιγίδας

Πώς μπορώ με τόση υπεροψία μέσα στο κοίλο
πώς μπορώ απ’ το δικό μου αίμα να σε βρίσκω
με το νανούρισμα πώς μπορώ
με της ενοχής το μεγάλο σκουλήκι
και το μήλο το αρεστό της πληγής

Ο αφρός της λύπης κι η αφρόκρεμα λείπεις.

Πέταγμα του ύπνου απλώνεις τα μάτια
σαν παράξενος αετός επάνω η δικαιοσύνη
με το ζεστό καιρό με τους ήχους της φυγής
κι ο θεός πριν πέσεις, πριν τους μύθους δέσεις.

Πώς μπορώ
πώς μπορείς κι η ομορφιά στον υπέργηρο αρμό.





Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017






                                              ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΤΑΚΤΑΣ



Παιδί όταν γεννιέσαι
παιδί που αποκοιμιέσαι
αθάνατη μνήμη ραγίζεις
αθάνατη χωράς η φλέβα
κι άλλα καλά καρτερείς

Παιδί χωρίς όνομα φόβου
όψη αιώνων με κυκεώνες
όψη που φιλούν σταγόνες
κι η άρνηση γεμάτη αρχή
στην ειδεχθή μετατόπιση

Πόσων υμένων τρυφερών
παιδί με αίσθηση βαθειά
των ηρωϊκών εκμαγείων

Σαν ήλιος αιώνιας έχθρας
ποιός ακόμα να σε καλεί
κι επάνω στο κόκκινο χαλί

Παιδί σαν το ρόδο τολμάς
σε όλο της μοίρας το εύρος
μπροστά απ’ τους τοξότες

Παιδί που όταν γεννιέσαι
μαζί σου ρόδα του απείρου
σφραγίζουν χρυσή σιωπή
σφραγίζουν το ξημέρωμα
κι άλλων μεγάλων λίκνων











                                                                ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΠΟΥΔΑΙΑ




Πρόθυμη σε βλέπω
ανάγκη να γίνεσαι ΄Ηρα
Από πού όμως βγαίνεις
δέσμια και σπουδαία
που τώρα χωρίς φρένα
τόσο μυστήρια και άφρων
στα ομιλούντα αγκάθια

Πρόθυμη σε βλέπω
κι όπου ο ανθός
πηγή των μνηστήρων
κι άλλων εν απουσία
που βοούν στο σπέρμα
μιας όψης μιας ιστορίας
μιας μετρημένης πέτρας



Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017





 ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ
                           
      
Ρόδο  στα  χείλη   
μέσα  στην ελευθερία.
                                   
                                                Στάζεις
χάνεσαι η αλήθεια.

Όνειρο που αδημονείς
όνειρο που σπεύδεις
άρωμα των παθών.

Με το νόστο
ως τους μνηστήρες
φόβος η σκιά 
φόβος με τη  βραδύτητα.

Ο φόβος απ’ το μέλλον.
                                    
                                                Διαδοχή ματαιότητας
ο μίτος του ελεύθερου
με το χρόνο του λαβύρινθου
με τον έρωτα της Μήδειας.

Μέσα στο στεφάνι
άλλος δεν υπάρχεις
ο ήχος της μνήμης.

Στη λόχμη
στη δυσπιστία της αφής
με το χέρι
που παίρνεις τη συνείδηση.

Σχίσματα
απ’ τη ροή του διχασμού
λουλούδια που αγγίζουν.


Στο κεντρί το χώμα
βρίσκεις διψασμένη γη
βρίσκεις φως που ονομάζεις.

Νόστος με βλέμματα μύριων
η πανδαισία με τα γινάτια
των θεών οι σπόροι
που έχουν κτιστεί.

Πάντα οι τέλειες αγάπες
ο άντρας κι ο λόγος
άρωμα περνάς στην πνοή.

Κοντά στην έρημο
καυτό σημάδι
κοντά στη θάλασσα
γαλάζια τύψη περνάς.

Βρίσκεις έλεος
ουρανός που στάζεις
απ’ την αμμουδιά
βρίσκεις φτερούγισμα.

Βρίσκεις η πράξη
μισή ζωή
μισή δοξάζεις
ένα βεγγαλικό
ένα φτερό γαλήνης.

Είναι οι γενεές
είναι κορμιά από φύλλα
που ανοίγονται
μπουμπούκια στο τραύμα.

Είναι οι μεταμορφώσεις
σκηνές με άρωμα από γιασεμιά.

Είναι οι πολύτροποι εφιάλτες
στο απόγειο
στη γονιμότητα.

Είναι κίνητρα προσφιλών
είμ’ εγώ
κι ένας ο θεός μαρτυρικός.

Θέλγομαι στην άρτια εικόνα.

Είναι οι μύριες επιλογές
διάδοχες στο χρώμα του τόπου
διάδοχες στο χρώμα του τρόπου.

Πώς έγινες σώμα της τύψης
ακαριαία αυθεντικό;
Πώς έγινες τέλμα;

Η τέχνη που σε ξανακαλεί
η θυσία που σε κλονίζει.

Οι πορφύρες καταπίνουν
οι δεήσεις κι οι ψαλμοί
διψασμένα τα λουλούδια.

Τα μνημεία σαν χαλκεία
μένουν στη φωτεινή γραμμή
στο ταρακούνημα του πάθους.

Με το κάτοπτρο
λίγη απ’ την αιώνια γαλήνη
λίγη απ’ τη θωπεία
απ’ την αιώνια κίνηση της λέξης.

Ως νοσταλγία του κοίλου
πίσω απ’ τον άγγελο
επιμένεις ψυχή του δρόμου
επιρροή που πλανάσαι.

Γνήσιο το σπαθί
γνήσια η λάμψη
κέρβεροι μικροί θεοί
τόσα στρώματα.

Τύψη βγάζεις το πέπλο.

Είναι οι κρίνοι
που απέμειναν
οι οδοιπόροι του οίκτου

Τόσο νωρίς και τόσο αργά.







      ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΙΛΟ




Θέλω εσύ που μ’ αγγίζεις σα μοίρα να με ματώνεις
μέσα σε κοιτώνες μέσα σε ροδώνες που με κρατούν
τόσα πλήθη παθών κι ένα όμοιο παρθενικό μαχαίρι

Θέλω εσύ που έχεις το όνομα το ίδιο θαρραλέο δώρο
δίκαια κλειδιά να κρατάς και στην αγάπη να κρίνεις
με τόσα ιδιαίτερα πράγματα σε φθόγγους ακουμπάς

Θέλω εσύ ποίημα να με φιλάς να σβήνεσαι η θλίψη
κι εγώ ακέραιο φως και λουλούδι να σε κατευοδώνω
όταν μεταμορφώνεσαι σε, βασίλισσα τόσο ποθητή

Θέλω εσύ η μύρια αλήθεια με αποθέωση του λόγου
να ξεπηδάς κι απ’ τα σχήματα ονείρων που αγαπάς
που θυμάσαι το χώμα με την πυρπόληση στην τέχνη

Θέλω εσύ η ψηφίδα και πέτρα χωρίς τα καταραμένα
χωρίς τον ουρανό με τα δάκρυα και ίχνη του αίματος

Θέλω εσένα με τα χρόνια που βάρυναν στο χωρισμό

Θέλω εσένα, που σ' αγγίζω, σα μοίρα να μη ματώνεις
να μη μένουν σκουλήκια λευκά ή σκουλήκια μαύρα.







Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017




                ΝΟΣΤΟΣ ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΩ



Αυτά που με μαγεύουν τα μαζεύω με χρώματα
από παιδί με σημαίες, με μάτια φωτεινής καρδιάς
με τα νάματα καθαρών λογισμών κάθε φορά.
Λέξεις ζωής κι άλλες που ανηφορίζουν απότομα
στιγμές λιτές, στιγμές με χάρη, λέξεις δίνουν
και πίσω απ’ το παραβάν στιγμές των ηρωϊσμών.

Πόσοι κείτονται, μπροστά, ηδονικά τόσο βέβαιοι,
που ξέχασαν, στα μυροβόλα όνειρα και στη γη
κι οι μεγάλοι τους φόβοι κρατούν αιώνιο γέλιο.

Αυτά που με μαγεύουν τα μαζεύω με χρώματα
κάθε φορά με συνείδηση απ’ τα μελλούμενα ίχνη
κι όταν ομορφαίνουν, της αθανασίας τα μεγάλα
φτερά, που απλώνουν, που θεριεύουν τα βάσανα.
Κι όταν κυβερνώ, μιας πόλης ακόμα που ξεπέφτεις,
αφήνονται σταυροί και με μονοπάτια απείθαρχα,
και βέλη και κραυγές παρθένων που μ’ άγγιζαν
τα πένθη, σαν ηδονές και στο μεγάλο μπάλωμα.

Αυτά που με μαγεύουν τα μαζεύω με χρώματα
από παιδί που έχω σάρκα, όνειρα ακόμα να μιλώ
και πάνω από τόσες υπάρξεις που έχουν δεηθεί
που έχουν επιθυμίες, οι τέρψεις όλες έχουν χαθεί.

Οι νοσταλγίες μου αγγίζουν σε πολλές φυλακές
τ’ αρπακτικά της αγάπης, τις λέξεις των ιλίγγων.

Αυτά που με μαγεύουν τα μαζεύω με χρώματα
αιώνες τα φιλώ, κλέβω τη δόξα απ’ τους ροδώνες.

Αυτά που με μαγεύουν στον αιώνιο εξοστρακισμό.






ΧΩΡΙΣ ΔΙΛΗΜΜΑ





Μέλι και χρώμα
από πόρτα σε πόρτα

ελεύθερο φως

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017







                                                    ΞΥΛΟΔΕΣΙΕΣ





Εκείνοι οι μεγάλοι
μύστες με τη χάρη
το άπειρο κόκκινο
λάφυρο με τα φτερά
που πας να γεννηθείς
κι εκείνοι οι πόθοι

η σάρκα του ονείρου

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017






      ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ




Μέρες τρόμου σα σχίσμα
από έμβρυα κι από σκιάχτρα
Μέρες ιαχών στα στάδια
που η μέθη σφαγιάζεις τον ταύρο
και ποιήματα σχήματα ζωής
όταν αποκοιμιούνται
των πόνων οι φύλακες
Μέρες τρόμου μέσα σε φυλακές
με την άλωση της εσπέρας
της ένδοξης ημέρας
της εξέλιξης μιας σημαίας

Μέρες τρόμου και μεταμφιέσεων
δαίμονες ισχυρών σελαγισμών
σαν αλήθειες του τέλους
που μένεις κι ο ίδιος θεός
δώρο του ουρανού
δώρο της ομορφιάς
μέσα στους κήπους ποιητών
στους ρεμβασμούς του ρόδου
Μέρες τρόμου που έχουμε να λέμε
που έχουμε να βαφτίζουμε
κρίματα που μας κυβερνούν
σαν μελλοθάνατα λουλούδια

Μέρες τρόμου πάνω στη ζυγαριά
πάνω στο νέο αδιόρθωτο τέλμα
που οι λέξεις καμαρώνουν
κι οι ελπίδες, πάλι από σκιάχτρα,
από έμβρυα που ολοκληρώνουν
Θέλγητρα χωρίς αιώνα
δίνες γλυκών πικρών
σαν προσχήματα οιωνών
σαν πλάστες στο θρόνο 
και στο χρόνο

Οι δίνες δεν ξεχνούν.



Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017





           ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΠΛΩΡΗ




Πώς λογχίζονται οι λέξεις
πώς τα ίδια λάθη
πώς τα ίδια πάθη

Η ύβρις η έσχατη καλείς

Πώς ματώνεις ο ουρανός
αδιάκοπη η πυρακτωμένη γραφίδα
και πώς πλησιάζεις ο αδαής
με τόσα μικρά αλογάκια
που μας πριμοδοτείς

Κυριεύσαμε τη νήσο Σκύρο;

Πώς λογχίζουν την ηδονή
κι οι φτωχοδιάβολοι
πώς λογχίζονται
και τα ξεροκόμματα του ονείρου

Πώς λογχίζεσαι ο πλούτος των γλουτών
και μια βιασμένη απόφαση ιδανικό άλλοθι
μια εκδίκηση για την αδιάφορη παράσταση

Κάθε φορά
κι εγώ ο ανάξιος τόσα χρόνια
από μια παράδοξη φλόγα να συστηθώ

Μιας μοναδικότητας
Μιας εναντιότητας

Φλέγονται πολλά στα απόκρυφα μέρη
οι προβολείς πέφτουν σαν τα χειρότερα μαχαίρια
κι ο θάνατος που έχεις συνήθεια
τις ίντριγκες που καταστρέφουν το κορμί σου

Πώς λογχίζεσαι

Βάλαμε στο σπίτι μας το Δία τον υλοτόμο
                               της οικουμένης

Γεννήσαμε το πικρό αυγό της Ιούς
Φέραμε τούμπα το χαμένο χρόνο
κι αυτές οι απίθανες περιστροφές
κρέμονται στα χείλη της γλώσσας απ’ το γάλα

Σγουρά και παράφορα μεγάλα μηδενικά
ακόμα οι Οδυσσείς περιφρονημένοι κλαίνε


Βάλαμε στο σπίτι μας το Δία τον εμπρηστή
                                      της οικουμένης

Μπροστά μας στην ηφαίστεια πλώρη
κι ο λαιμός του κρίματος
οι βολές και οι παραβολές

Υπάρχουν ακόμα λουλούδια που σκοτώνουν
και το μεγάλο αντίζηλο

Ο ταύρος ταυρομάχος
μύριοι απότακτοι της στυγερής στιγμής.